Ιουλία

Ιουλία
2456 Ἰουλία
{собств., 1}
Юлия (мягкие и нежные волосы).
Христианка в Риме, которую ап. Павел просит приветствовать.*

Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией. — Житомир, Украина. . 2006.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "Ιουλία" в других словарях:

  • Ιουλία — I Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε στην Άγκυρα με πνιγμό σε λίμνη μαζί με τις Αλεξάνδρα, Ευφρασία, Θεοδότη, Κλαυδία, Ματρώνα, Τεκούσα και Φαεινή. Η μνήμη της τιμάται στις 18 Μαΐου. II Όνομα ιστορικών προσώπων της ρωμαϊκής… …   Dictionary of Greek

  • Μαίσα, Ιουλία — Βλ. λ. Ιουλία. Όνομα ιστορικών προσώπων της ρωμαϊκής αυτοκρατορικής εποχής (10.) …   Dictionary of Greek

  • Άλμπα Ιουλία — (Alba Iulia). Πόλη (73.383 κάτ.) της κεντροδυτικής Ρουμανίας (Τρανσυλβανία), πρωτεύουσα της επαρχίας Άλμπα (έκταση 6.242 τ. χλμ. και 400.563 κάτ. το 1998). Είναι κέντρο αγοράς αγροτικών προϊόντων (δημητριακά, σταφύλια) και διαθέτει μικρή… …   Dictionary of Greek

  • Δραγούμη, Ιουλία — (Κωνσταντινούπολη 1858 – Αθήνα 1937). Διηγηματογράφος και συγγραφέας παιδικών βιβλίων. Το πατρικό της επώνυμο ήταν Πασπάτη. Σε ηλικία επτά ετών ακολούθησε την οικογένειά της στο Λίβερπουλ, όπου ο πατέρας της εργαζόταν στον εμπορικό οίκο των… …   Dictionary of Greek

  • Ιατρίδη, Ιουλία — (Αθήνα 1919 – 1996). Μουσικός και λογοτέχνης. Σπούδασε ισπανική φιλολογία στο πανεπιστήμιο της Βαρκελόνης και βιολί στο Ωδείο Αθηνών. Σταδιοδρόμησε ως καθηγήτρια βιολιού και ως καθηγήτρια της ισπανικής γλώσσας στο διδασκαλείο ξένων γλωσσών του… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …   Dictionary of Greek

  • βασιλική — Ονομασία δημόσιου ρωμαϊκού κτιρίου και ενός ορισμένου αρχιτεκτονικού τύπου της χριστιανικής εκκλησίας που κατά την επικρατέστερη άποψη προήλθε από ανάλογες ειδωλολατρικές κατασκευές. ρωμαϊκή β. Χαρακτηριστικό κτίριο των ρωμαϊκών πόλεων,… …   Dictionary of Greek

  • ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …   Dictionary of Greek

  • Αγρίππας — I Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. Η λατινική λέξη agrippa σημαίνει το βρέφος που βγαίνει με τα πόδια και όχι με το κεφάλι. 1. Μυθικός βασιλιάς της ιταλικής πόλης Άλβα. Δεν υπάρχουν ιστορικά στοιχεία για την περίοδο της βασιλείας του. 2 …   Dictionary of Greek

  • Αντώνιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Καταγόταν από την Άγκυρα. Πέθανε με μαρτυρικό τρόπο, μαζί με τους γονείς του Μελάνιππο και Κασίνα, επί Ιουλιανού του Παραβάτη. Η μνήμη του τιμάται στις 7 Νοεμβρίου. 2. Λιθοτόμος. Τον σκότωσε o… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»